Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Περί λιτότητας...


Αντιγράφω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό:

λιτότητα

ουσ θ λιτότητα [li'totita]

1 απλότητα π.χ. Εκφράζεται με λιτότητα.

2 οικονομικοί περιορισμοί π.χ. μέτρα λιτότητας

Λιτότητα, λοιπόν, μία λέξη η οποία έχει χτυπήσει κορυφή στα... chart της δημοφιλίας τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας (αλλά και σε ολόκληρο τον αναπτυγμένο κόσμο). Για να είμαι απόλυτα ακριβής, το πέρασμα του χρόνου την ανεβάζει όλο και περισσότερο προς τη θέση Νο 1.

Απαιτείται, όπως λένε οι πολιτικοί μας πατέρες (εντός και εκτός συνόρων) η επιβολή σκληρών μέτρων λιτότητας, αν θέλουμε να απαλλαγούμε μια και δια παντός από την υφιστάμενη οικονομική κρίση.

Αν με ρωτούσε κάποιος για την αφεντιά μου, μάλλον ο όρος «λιτότητα» δεν ταιριάζει πολύ με τα χνώτα μου. Μου αρέσει να ζω έντονα, να χρωματίζω τη ζωή με τα πιο σπάνια χρώματα, να μην είμαι «λιτός» στην ανθρώπινη επικοινωνία. Εδώ, όμως, δε μιλάμε για αυτή τη λιτότητα. Δυστυχώς η αναφορά γίνεται στο δεύτερο σκέλος του αρχικού ορισμού.

Ένα άρθρο του Alan Cowell στη μεταφρασμένη έκδοση των «New York Times», που εμπεριέχεται ως ένθετο στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» της περασμένης Κυριακής, μου έδωσε την αφορμή να ασχοληθώ λίγο βαθύτερα με την περίφημη λιτότητα.

Μας λέει, αρχικά, ο Cowell: «Οι αγορές δημιούργησαν την κακή συνήθεια να ζει κανείς πάνω από τις δυνατότητές του». Και καταλήγει στο άρθρο του: «Στην εποχή του Τζουντ (σ.σ. αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Π.Π.), η λιτότητα διασφάλιζε μια μίνιμουμ πρόσβαση σε βασικά αγαθά, ανοίγοντας το δρόμο για καλύτερες μέρες. Σήμερα, η λιτότητα μειώνει τις θέσεις εργασίας, τις ανέσεις και τα προνόμια που είχαν πολλαπλασιαστεί έκτοτε-ανοίγοντας το δρόμο για μέρες πολύ χειρότερες».

Αυτή η τελευταία θέση έχει σφηνωθεί μέσα στο μυαλό μου το τελευταίο τριήμερο. Διερωτώμαι: πώς γίνεται η λιτότητα να ανοίγει το δρόμο για καλύτερες μέρες; Από τη στιγμή που μας την επιβάλλουν με καταναγκαστικό τρόπο (άρα αρνητικό για την καθημερινότητά μας), πώς είναι δυνατόν να ειδωθεί μέσα από το φάσμα της δυνητικής ελπίδας για το μέλλον;

Η απάντηση έρχεται αμείλικτη (ναι, δύο αράδες πιο πάνω βρίσκεται): «Οι αγορές δημιούργησαν την κακή συνήθεια να ζει κανείς πάνω από τις δυνατότητές του». Το έχουμε ποτέ σκεφτεί αυτό ή θα συνεχίσουμε, ως γνήσια ζώα, να καταναλώνουμε ασύστολα το νοητό σανό των επώνυμων ρούχων, παπουτσιών και κάθε είδους υπηρεσιών ή νέων τεχνολογικών επιτευγμάτων;

Θα αναλογιστούμε ποτέ ότι αυτός ο αγώνας για επιβίωση πάνω από τις δυνατότητές μας συμφέρει τους έχοντες την εξουσία, οι οποίοι τρίβουν τα χέρια τους βλέποντάς μας να πασχίζουμε για το... αδύνατο;

Προτείνω, λοιπόν, να μην τους κάνουμε τη χάρη. Προτείνω να διοχετεύσουμε όλη την ενέργειά μας στον... αφορισμό του πρώτου σκέλους του αρχικού ορισμού: καμία λιτότητα στη σκέψη, καμία λιτότητα στην αγάπη, καμία λιτότητα στα όνειρα, καμία λιτότητα στην ανθρώπινη επικοινωνία. Αυτό το παιχνίδι είναι στα χέρια μας, αυτό ας μην το ξεχάσουμε ποτέ...

1 σχόλιο:

  1. Κάθε τι που γράφεται, ιδιαίτερα σε μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδες, έχει πολιτική βαρύτητα. Επίσης, φέρει πάνω του τα σημάδια της ιδεολογικής καταβολής αυτού που το γράφει, ή αυτού που κατευθύνει το περιεχόμενο κάθε άρθρου.
    Λαμβάνοντας αυτά υπόψη πρέπει να δούμε το θέμα της λιτότητας απο δύο σκοπιές: 1. Την ιδεολογική και 2. Την πολιτικοκοινωνική
    1. Ο καπιταλισμός απο την εποχή του μεσοπολέμου έχει αλλάξει ιδεολογικά. Έχει επικρατησει ο νεοφιλελευθερισμός, γεγονός που δίνει προτεραιότητα στην κερδοφορία των επιχειρήσεων και διαλύει κάθε έννοια κοινωνικού κράτους. Όχι ότι προ νεοφιλελευθερισμού, όταν δηλαδή η έξοδος απο την κρίση ακολουθούσε κευνσιανά μοντέλα, δηλαδή αύξηση της ενεργού ζήτησης, ο καπιταλισμός ήταν καλύτερος, απλά δεν ήταν τόσο έντονες οι κοινωνικές ανισότητες. Πάλι υπήρχε λιτότητα που εκφραζόταν με διαφορετικό τρόπο, όχι τόσο στη σφαίρα της κατανάλωσης ανούσιων προϊόντων. Τότε δηλαδή δεν κατανάλωναν οι μάζες burberry και luis vuitton γιατί δεν υπήρχε τόσο μεγάλη μάζα τέτοιων προϊόντων. Άρα λοιπόν είναι θέμα ιδεολογικής οπτικής (εντός του καπιταλισμού, δεν αναφέρομαι στη διάκριση καπιταλισμού- κομμουνισμού) να βλέπει κάποιος λιτότητα μόνο σε ορισμένες εκφάνσεις του καπιταλισμού και όχι στο σύνολο της ιστορικής του πορείας.
    2. Πολιτικά και κοινωνικά η λιτότητα - η οποία ανέκαθεν υπήρχε- εκφράζεται ως απειλή, αλλά μόνο για τις λαϊκές μάζες. Δξλαδή, η συζήτηση για λιτότητα δεν αφορά ποτέ τους κεφαλαιοκράτες, τραπεζίτες, βιομήχανους, εργοστασιάρχες, εφοπλιστές, παρά μόνο τους εργαζόμενους. Αυτή η συζήτηση δεν είναι καινούρια. Ο Μαρξ το 1844 γράφει για το πως ο καπιταλισμός κυρήσσει τον ασκητισμό για τους εργάτες και την πολυτέλεια για τους κεφαλαιοκράτες. Επίσης έχει ενδιαφέρον να δούμε την μεγάλη εικόνα: Το ζήτημα δεν είναι αν ο Χ εργάτης (φτωχός ή μετρίου εισοδήματος) καταναλώνει το τάδε ή το δείνα προϊόν, το θέμα είναι ότι οι δυνατότητες της κατανάλωσης των εργαζομένων πρέπει να ειδωθούν σε σύγκριση με τις δυνατότητες των αφεντικών τους. Όπως αποκαλύπυει η high pay commission στην Βρετανία, τον τελευταίο χρόνο λόγω της ύφεσης οι απολαβές των υψηλών στελεχών (executives) των επιχειρήσεων ανέβηκαν κατά 49% ενώ των εργαζόμενων κατά 2,7%. (http://highpaycommission.co.uk/wp-content/uploads/2011/11/HPC_final_report_WEB.pdf )Αυτό σημαίνει ότι η λιτότητα δεν αγγίζει τους πάντες, αλλά μόνο τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Οπότε, η "οριζόντια" συζήτηση για τη λιτότητα μόνο κακό κάνει, αφού αποκρύπτει τον ταξικό χαρακτήρα της έννοιας της λιτότητας.

    ...Αυτοί που αρπάνε το φαΐ απ’ το τραπέζι
    Κηρύχνουν τη λιτότητα
    Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσήματα
    Ζητάνε θυσίες
    Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους
    Για τις μεγάλες εποχές που θα’ρθουν
    Αυτοί που τη χώρα σέρνουνε στην άβυσσο
    Λες πως είναι τέχνη να κυβερνάς το λαό
    Είναι πολύ δύσκολη για τους ανθρώπους του λαού

    Μπέρτολντ Μπρεχτ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Το Βίντεο του Μήνα